4 1 vote
Article Rating

«Πιστεύουν επίσης ότι ένας πλανήτης είναι καλός όταν κοιτάζει οποιοδήποτε άλλο πλανήτη, αλλά αν κοιτά κάποιο διαφορετικό, φθείρεται και υπάρχει διαφορά αν κοιτά αυτόν με κάποια συγκεκριμένη όψη ή κάποια άλλη.»

ΠλωτίνοςΕννεάδες, 2.3.1

 


Κλασική προέλευση

Η κλασική φιλοσοφία της αριθμολογίας και της γεωμετρίας –που εξάγουν τα συμπεράσματά τους από την εξωτερική εμφάνιση, το σχήμα και τη μορφή- επηρέασαν άμεσα την αστρολογική ερμηνεία των όψεων. Στην κλασική αστρολογία, όταν δύο ή περισσότεροι πλανήτες βρίσκονται σε μια εμφανή γωνιακή σχέση, η φύση αυτής της σχέσης καθορίζεται από το σχήμα που δημιουργείται στο σκηνικό της ουράνιας σφαίρας. Παραδείγματος χάρη, πλανήτες με γωνιακή απόσταση 120 μοιρών σχηματίζουν τη μία πλευρά ενός τριγώνου, όταν χαράσσονται στο ζωδιακό κύκλο˙ επομένως μέσα από τη σημασία που σχετίζεται με το σχήμα του τριγώνου και την ταύτισή του με τον αριθμό τρία, μπορούμε να κατανοήσουμε τη βασική αρχή που εκφράζεται μέσα από τη σχέση τους.

Ο Μάρκος Μανίλιος (Marcus Manilius, c. 10 μ.Χ.), στο έργο του Astronomica, ερμήνευσε τον τρόπο που τα τρίγωνα, μέσα στον κύκλο του ζωδιακού, εγγράφουν τα ζώδια σε τέσσερις ομάδες Τριπλοτήτων (‘τριάδων’) και σε τρεις ομάδες Τετραπλοτήτων (‘τετράδων’). Ομοίως, τα εναλλασσόμενα ζώδια σχετίζονται με το σχήμα του εξαγώνου, ενώ τα αντιτιθέμενα ζώδια χωρίζονται με μια γραμμή. Το έργο του Μανίλιου είναι επηρεασμένο από το συμβολισμό των κλασικών νέο-Πυθαγόρειων και περιγράφει άψογα πώς η σύγχρονη προσέγγισή μας όσον αφορά τις ‘γωνιακές σχέσεις’ βασίζεται πρωτίστως στον τρόπο που εκφράζουν ένα μέρος ή μια σχέση μέσα σ’ ένα όλον.

Η λέξη ‘aspect’ προέρχεται από το ρήμα της λατινικής γλώσσας aspicio, που σημαίνει ‘βλέπω’. Συναντάται πρώτη φορά κατά το Μεσαίωνα, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια χρησιμοποιούνταν παρόμοιες λέξεις προκειμένου να εκφράσουν ότι οι πλανήτες ‘βλέπονταν’ μεταξύ τους (‘regarded’, ‘beheld’, ‘viewed’, ‘looked at’, ‘witnessed’, ‘saw’). Πολλά παραδοσιακά κείμενα μάς αναφέρουν ότι δεν είναι ορθό να θεωρείται όψη η σύνοδος (conjuction), λόγω του ότι οι πλανήτες που βρίσκονται σε σύνοδο δε ‘βλέπονται’ μεταξύ τους, αλλά συνδέονται στη φυσική πραγματικότητα. Ο όρος συχνά προτάσσεται από τη λέξη corporeal (‘σωματικός’), δίνοντας έμφαση στο γεγονός ότι η σύνδεση είναι πραγματική και όχι ένας συνδυασμός ακτίνων. Κάποιοι αστρολόγοι υποστήριξαν ότι ο όρος ήταν κατάλληλος μόνο όταν το γεγονός συνέβαινε πάνω σε όμοια παράλληλα του ουράνιου γεωγραφικού πλάτους [1], γενικότερα όμως ο όρος χρησιμοποιήθηκε ελεύθερα αναφερόμενος σε πλανήτες που συνδέονταν μόνο ως προς το ουράνιο γεωγραφικό πλάτος, όπως ισχύει και σήμερα, με αποτέλεσμα να συνδυάζει και την επιρροή των πλανητών που μετέχουν σ’ αυτό.

Στην αρχαία αστρολογία, οι περισσότερες από τις όψεις που σήμερα θεωρούνται ελάσσονες δεν είχαν αναγνωριστεί. Το γεγονός ότι αυτές οι όψεις δεν έχουν τη δυνατότητα να εγγράψουν ένα συγκεκριμένο σχήμα, που να είναι συνημμένο και ολοκληρωμένο μέσα στο ζωδιακό κύκλο, τις ακυρώνει, σύμφωνα με τη φιλοσοφική βάση που υπάρχει για τις όψεις. Από τις δευτερεύουσες όψεις, μόνο δύο έχουν κλασική ιστορία: το ημι-εξάγωνο (semi-sextile), το οποίο πραγματώνει τη συγκεκριμένη προϋπόθεση˙ και η ασύνδετη όψη (inconjunct) –επίσης γνωστή και ως χιαστί (quincunx)– η οποία απέκτησε μια αντίστροφη σημασία, λόγω του ότι δηλώνει μια περιοχή όπου δεν είναι πιθανή κάποια γωνιακή σχέση (δες παρακάτω).

Κατά κύριο λόγο, το ημι-εξάγωνο (semi-sextile) απορρίφθηκε ως μια όψη αρκετά αδύναμη, ώστε να έχει κάποια αξιοπρόσεκτη επιρροή, για το λόγο ότι η γωνία ανάμεσα στα ζώδια είναι αρκετά αμβλεία, ώστε να επιτρέπει μια εμφανή γραμμή ορατότητας ανάμεσα στους πλανήτες που τα κυβερνούν: “Η προσοχή τους εναποτίθεται σε απομακρυσμένα ζώδια, τα οποία μπορούν να δουν”, εξηγεί ο Μανίλιος [2]. Όπου χρησιμοποιήθηκε η συγκεκριμένη όψη, θεωρήθηκε ότι υπονοεί μια κατάσταση ασαφούς στενής σχέσης˙ μια σχέση, η οποία ήταν απίθανο να προκαλέσει ένα δυναμικό γεγονός, εκτός αν ενισχυόταν από άλλα αποδεικτικά στοιχεία.


The shaded areas represent poor visible contact

Η ασύνδετη όψη (inconjunct) ήταν ο όρος που χρησιμοποιήθηκε για πλανήτες που απέχουν μεταξύ τους πέντε ζώδια. Λόγω της απουσίας κάποιου φυσικού σχήματος που να συνδέει τα ζώδιά τους, ο όρος αυτός δηλώνει μια κατάσταση φυσικής αποστροφής. Μια τέτοιου είδους σχέση θεωρήθηκε ατυχής ή ‘συγκρουόμενη’, ενώ θεωρήθηκε ότι τα ζώδια απομακρύνονται μεταξύ τους, δηλώνοντας μια περίπου κακόβουλη έλλειψη σύμπνοιας. Στην κλασική βιβλιογραφία, ο όροςablepton, που σημαίνει ‘μη ορατό’ ή ‘τυφλό’, συναντάται συχνά, καθώς επίσης και οι όροι asyndeton, ‘ασύνδετο’, aversum, ‘απομακρυσμένο’ και alienum, ‘ανοίκειο’ [3].

Φυσικά, το τρίγωνο (trine) είναι η πιο ευμενής όψη, γιατί η αρμονία και η ισορροπία ενυπάρχουν στο ίδιο το σχήμα του τριγώνου [4]. Έχει την ικανότητα να διευκολύνει τη συμφωνία ανάμεσα στους πλανήτες, ενώ δίνει τη δυνατότητα στον καθένα τους να ανταποκριθεί ευνοϊκά προς τον άλλο. Το κατά πόσο το αποτέλεσμα θα είναι ευεργετικό ή όχι εξαρτάται εξ ολοκλήρου από τους μετέχοντες πλανήτες και από το τί αντιπροσωπεύουν –οι καταστροφικές ιδιότητες ενός κακεργέτη Κρόνου εναρμονισμένες με τις βίαιες ενέργειες ενός εξασθενημένου Άρη μπορούν, βεβαίως, να παραγάγουν μια επιρροή που φέρει στο προσκήνιο μοιραία και καταστροφικά γεγονότα.

Το τετράγωνο (square), γνωστό και με τους όρους quartile ή quadrate, δεν ήταν συνολικά μια δυσμενής όψη. Παρόλο που δεν προσδίδει την εύκολη συμφωνία του τριγώνου, το γεγονός ωστόσο ότι τα ζώδια έχουν μια έντονη ‘όψη’ μεταξύ τους σημαίνει ότι υπάρχει αναγνώριση και μια ροή ισχύος μεταξύ τους. Ο Μανίλιος αναφέρει ότι η επιρροή του τριγώνου είναι πιο ισχυρή από αυτή του τετραγώνου, ωστόσο μιλά θετικά και για τις δύο όψεις, λέγοντας:

Και οποιαδήποτε σημεία, που συνδέονται ανά τετράδες, ευνοεί η γωνία και οποιοδήποτε σημείο τονίζεται από την ευθεία γραμμή στην τριπλή διαδρομή της… πάνω σ’ αυτά η φύση εναπόθεσε ομοσπονδία και κοινούς κανόνες, αμοιβαία καλή θέληση και δικαιώματα στη φιλία με κάθε μία από αυτές[5].

Το τετράγωνο θεωρήθηκε ως μια αναμφισβήτητα φθοροποιός όψη, όταν συμμετείχε ένας κακεργέτης ή ατυχής πλανήτης, παρόλο που πολλά κείμενα αναφέρουν την ανάγκη της υποδοχής ή κάποιας άλλης μορφής στενής σχέσης, προκειμένου να υπάρξει θετική επιρροή.

Στα αρχαία κείμενα του Δωρόθεου της Σινδόνης υπάρχουν σχέδια με τις αποκαλούμενες ‘κακές’ όψεις και την θετική τους ερμηνεία. Συνεπώς λέγεται ότι είναι καλύτερο να έχουμε τον κυβερνήτη της τριπλότητας της Σελήνης σε καλή θέση με τη Σελήνη ή σε αντίθεση μ’ αυτήν ή σε τετράγωνο ή τρίγωνο, παρά ο κυβερνήτης της τριπλότητας να μη σχηματίζει κάποια όψη με τον Ωροσκόπο ή τη Σελήνη. Το τελευταίο αποτελεί αρνητική ένδειξη για το συγκεκριμένο προσωπικό ωροσκόπιο [6].

Ο Δωρόθεος μάς θυμίζει ότι η φύση της γωνιακής σχέσης εξαρτάται από έναν αριθμό παραγόντων, πρωτίστως από την ισχύ, τη φύση και την συνολική κατάσταση των πλανητών που εμπλέκονται. Ένα τρίγωνο μεταξύ Δία και Αφροδίτης μπορεί να δηλώσει φήμη, αλλά, προειδοποιεί, όταν η Αφροδίτη προσβάλλεται, η φήμη αυτή θα είναι αρνητική και εξευτελιστική, προκληθείσα από επονείδιστες σχέσεις. Ομοίως, ένα τετράγωνο δεν θα βλάψει, αν και οι δύο πλανήτες είναι καλά τοποθετημένοι, κυρίαρχοι και υποδέχονται ο ένας τον άλλο φιλικά.

Ο Δωρόθεος σχολιάζει ότι το τρίγωνο είναι μία όψη που δηλώνει αρκετή αγάπη, ενώ το τετράγωνο δηλώνει μια μέση ποσότητα αγάπης. Η απουσία τέτοιου είδους φιλίας δηλώνεται με την αντίθεση (opposition)˙ η συγκεκριμένη όψη, βασισμένη στη συμβολική διαίρεση με το δύο, είναι η επιτομή της απομάκρυνσης και της εχθρότητας. Κάποιες φορές μόνο δηλώνει συμφωνία –συνήθως μεταξύ συγκρουόμενων ομάδων που δημιουργούν μια ασταθή συμμαχία.

Ο Μανίλιος αναγνώρισε μια θεμελιώδη ομοιότητα ανάμεσα στα αντιτιθέμενα ζώδια, λόγω του κοινού φύλου τους, πρόσθεσε όμως ότι υπερισχύουν περισσότερο εμφανείς διαφορές:

… ένα ζώδιο που βλέπει ένα άλλο και λάμπουν αντιτιθέμενα, ωστόσο λόγω της φύσης τους, πολλές φορές βρίσκονται σε συμμαχία και προκύπτει μεταξύ τους μια αμοιβαία συμπάθεια, καθώς συνδέονται από το δεσμό του φύλου:… αλλά πέρα από αυτόν τον δεσμό, έρχονται στην επιφάνεια οι εποχές: ο Καρκίνος αντιστέκεται στον Αιγόκερω, παρόλο που είναι και τα δύο θηλυκά ζώδια, λόγω του ότι το καλοκαίρι έρχεται σε αντίθεση με τον χειμώνα…, μην απορήσετε που αυτά τα ζώδια που είναι έτσι τοποθετημένα βρίσκονται σε αντίθεση [7].

Η αντίθεση, εκτός του ότι είναι δυσμενής όψη, είναι επίσης πολύ δυνατή και ισχυρή, διότι οι πλανήτες έχουν μια καθαρή και άμεση οπτική επαφή μεταξύ τους. Το εξάγωνο (sextile), το οποίο σχηματίζει μια αμβλεία γωνία, έχει μια σχετικά αδύναμη γραμμή ορατότητας και η σημασία του συχνά υποτιμήθηκε από τους κλασικούς συγγραφείς [8]. Όπου χρησιμοποιήθηκε ως όψη, η ερμηνεία του καθορίστηκε από την προέλευσή του από τον αριθμό τρία. Ο Δωρόθεος αναφέρει ότι είναι σαν το τρίγωνο, αλλά πιο ασθενές από αυτό [9].

Η ‘προσέγγιση’ και η ανάπτυξη των ανοχών

Έχοντας ως δεδομένο ότι οι πλανήτες βρίσκονται σε ορθόδρομη πορεία, οι όψεις πραγματώνονται από ταχύτερους πλανήτες, ενώ οι πιο αργοί τις δέχονται. Ο πλανήτης που πλησιάζει ώστε να κλείσει η όψη ευθύνεται για την εκδήλωση της επιρροής της, ωστόσο η ισχύς, η κυριαρχία και η γενικότερη κατάσταση του πλανήτη που την δέχεται θα καθορίσει την έκφρασή της. Είναι επίσης απαραίτητο να γίνει μία διάκριση ανάμεσα στις όψεις που προσεγγίζουν την ακρίβεια και σ’ αυτές που αποχωρίζονται από το σημείο ακρίβειας. Από τους κλασικούς χρόνους, οι αποχωρίζουσες όψεις θεωρούντο ότι αντιπροσωπεύουν την προγενέστερη ζωή, τους ανθρώπους σε μεγαλύτερη ηλικία και τα περασμένα γεγονότα˙ οι προσεγγίζουσες όψεις χρησιμοποιούντο για να δηλώσουν νεώτερα σε ηλικία άτομα (αυτά που γεννιούνται μετά το άτομο του οποίου το ωροσκόπιο μελετάται), τις συνθήκες της μεταγενέστερης ζωής και τα μελλοντικά γεγονότα.

Η αντιμετώπιση των όψεων και των ανοχών, κατά τους κλασικούς χρόνους, ήταν εμφανώς περισσότερο χαλαρή, σε σύγκριση με τη σύγχρονη αστρολογία. Σύμφωνα με τον απλό κανόνα, όταν δύο ζώδια σχημάτιζαν όψη, οποιοιδήποτε πλανήτες βρίσκονταν ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο ζώδια σχημάτιζαν επίσης όψη, άσχετα από τις συγκεκριμένες μοίρες. Κάποιες φορές, οι ακμές των ζωδίων χρησιμοποιήθηκαν ως όρια για την επιρροή μιας όψης, όπως μαθαίνουμε από τον Ibn Ezra, σε κείμενο τού 12ου αιώνα, ο οποίος υποστήριζε ότι οι αρχαίοι δε θεωρούσαν ότι σχηματίζεται όψη συνόδου ανάμεσα σε δύο πλανήτες, ακόμα και αν βρίσκονταν στην ίδια σφαίρα ακτινοβολίας, εκτός και αν βρίσκονταν και οι δύο στο ίδιο ζώδιο. Ωστόσο, παρόλο που ο Ezra ανέφερε τον κανόνα, διαφωνούσε μ’ αυτόν, λέγοντας:

Εάν δύο πλανήτες βρίσκονται σε δύο ζώδια και καθένας τους βρίσκεται κάτω από την επιρροή του σώματος του άλλου, δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι βρίσκονται σε σύνοδο, γιατί βρίσκονται σε διαφορετικά ζώδια. Αυτή είναι η άποψη των αρχαίων μελετητών, αλλά εγώ, ο Abraham, ο συντάκτης αυτού του βιβλίου, δε συμφωνώ μαζί τους [10].

Στην πράξη, οι περισσότεροι παραδοσιακοί αστρολόγοι επέτρεπαν μια όψη, η οποία είχε ξεπεράσει τα όρια των ζωδίων, όπου ήταν κοντά στο να γίνει ακριβής ως προς τη μοίρα. Επίσης, ακόμη και στην κλασική περίοδο, πολλά κείμενα θυμίζουν στο μαθητή ότι ο υπολογισμός των όψεων με βάση το ζώδιο δεν θα διατηρήσει απαραιτήτως τη φιλοσοφία των σχημάτων και ότι είναι ορθότερο να λαμβάνονται υπόψη οι ακριβείς μοίρες [11].

Ένας πλανήτης, παραδείγματος χάρη, στις 28 μοίρες του Λέοντα σχηματίζει τρίγωνο με έναν πλανήτη στις 2 μοίρες του Τοξότη, σύμφωνα με τη σχέση των ζωδίων, αλλά τείνει να σχηματίσει ακριβές τετράγωνο, όταν οι πλανητικές θέσεις υπολογίζονται από μοίρα σε μοίρα. Στην κλασική αστρολογία, η τελευταία περίπτωση είναι γνωστή ως όψη partile, γιατί λαμβάνει υπόψη τα ‘μέρη’ (ή τις μοίρες) και όχι τα ζώδια. Οι όψεις που εκτιμώνται σύμφωνα με τη σχέση των ζωδίων ονομάζονται platick, από τον όρο που σήμαινε ‘πιάτο’ ή ‘ευρεία περιοχή’. Στη μετέπειτα αστρολογία, ο όρος partile αναφερόταν γενικά σε όψεις που ήταν ακριβείς ή πολύ κοντά στο να γίνουν ακριβείς, ενώ ο όρος platick αναφερόταν σ’ αυτές που ήταν ‘χαλαρές’ ή μέσα στα όρια των αναγνωρισμένων ανοχών τους [12].

Στις περισσότερες κλασικές ερμηνείες χάρτη που διατηρήθηκαν στα αρχεία του Vettius Valens, η βασική διαδικασία που φαίνεται να υιοθετείται για τον υπολογισμό των όψεων είναι με βάση τα ζώδια, καθώς σπάνια μπαίνει στη διαδικασία να παραθέσει πλανητικές θέσεις με μοίρες. Ωστόσο, ορισμένα κείμενά του υποστηρίζουν ότι αυτή η απλουστευμένη προσέγγιση ήταν κατάλληλη μόνο για γενικεύσεις και σε ένα παράδειγμα όπου αναφέρεται σε μια δυσμενή όψη μεταξύ Ταύρου και Παρθένου “επειδή είναι στο τετράγωνό του, που υπολογίζεται με μοίρες” [13], βλέπουμε ότι η ανάγκη να υπολογίζονται οι πλανητικές όψεις ανεξάρτητα από τη σχέση τους με τα ζώδια δεν ήταν κάτι που αγνοείτο πλήρως.

Η έννοια των ανοχών προήλθε από την ανάγκη να οριστεί ένα όριο, μέσα στο οποίο η ισχύς μιας όψης που έχει υπολογιστεί σε μοίρες ξεπερνούσε τη συνάφεια μιας όψης που έχει υπολογιστεί με βάση τα ζώδια. Ουσιαστικά επρόκειτο για μια προσπάθεια ορισμού της ‘ακρίβειας’ –της περιόδου της μεγαλύτερης ισχύος μιας όψης. Συχνά αυτό ερμηνεύτηκε ως μοίρα ακριβείας, αλλά οι απόψεις ποίκιλαν και το κείμενο του Αντίοχου (Antiochus) του 2ου αιώνα αναφέρει ότι η ‘επαφή’ ή η “προσέγγιση υπό τη σωστή έννοια” γίνεται μέσα σε τρεις μοίρες [14]. Το κείμενο του Άραβα αστρολόγου του 11ου αιώνα, Al Biruni, περιλαμβάνει επίσης μια λίστα από πλανητικές σφαίρες ακτινοβολίας, που μαρτυρείται ότι αντιγράφηκε από το 3ου αιώνα έργο του Πορφύριου (Porphyrius) [15]. Δυστυχώς σήμερα, δεν έχουμε σαφή και απερίφραστα παραδείγματα χρήσης τους στην κλασική αστρολογία και αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να υποθέτουμε με επιχειρήματα σχετικά με την ανάπτυξή τους, βασισμένοι στις πληροφορίες που δίνονται από μεταγενέστερα κείμενα.

Η λατινική λέξη orbis κατά λέξη σημαίνει ‘κύκλος’ ή ‘σφαίρα’ και η πλανητική σφαίρα ακτινοβολίας/ τροχιά (planetary orb) ορίζεται ως η ουράνια περιοχή που αμέσως περικλείει έναν πλανήτη – “απέραντη και πλήρως περιστοιχισμένη και μετά ξαφνικά να μη βρίσκεται πουθενά”– έτσι μιλούσε ο Πλίνιος (Pliny) για τη Σελήνη [16]. Κάποιοι συγγραφείς αναφέρονταν στην σφαίρα ακτινοβολίας ενός πλανήτη, στην ισχύ δηλαδή του σώματός του, θεωρώντας την ως ένα είδος ιδιαίτερα φορτισμένης αύρας, που είναι αόρατη με γυμνό μάτι, αλλά ποτισμένη από την επιρροή του πλανήτη.

Μπορούμε να είμαστε αρκετά βέβαιοι ότι οι σφαίρες ακτινοβολίας του Ήλιου και της Σελήνης προέρχονται από την απόσταση στην οποία συμβαίνει η έκλειψη κατά τα ηλιακά φαινόμενα. Η παραδοσιακή σφαίρα ακτινοβολίας του Ήλιου στις 15-17 μοίρες είναι περίπου η απόσταση που έχουν οι πλανήτες όταν εξαφανίζονται οπτικά σχηματίζοντας σύνοδο με τον Ήλιο. Η σφαίρα ακτινοβολίας της Σελήνης, που είναι περίπου 12 μοίρες, είναι η απόσταση που χωρίζει τα φώτα όταν η νέα σελήνη επανεμφανίζεται μετά τη σύνοδο. Γίνεται ορατή σε μικρότερη απόσταση απ’ ό,τι οι πλανήτες, γιατί πρόκειται για ένα φωτεινό σώμα [17]. Αυτοί οι υπολογισμοί μπορούν να είναι μόνο κατά προσέγγιση, γιατί επηρεάζονται από τη λαμπρότητα του πλανήτη και τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες.

Είναι πιθανό ότι όλες οι πλανητικές σφαίρες ακτινοβολίας προέρχονται από μια πρώιμη προσπάθεια να καταγραφεί η ηλιακή έκλειψη. Ο πίνακας που ακολουθεί δείχνει τους υπολογισμούς που ο Ρωμαίος αστρολόγος του 4ου αιώνα, Φίρμικος (Firmicus), χρησιμοποιούσε, προκειμένου να υπολογίσει πόσες μοίρες πρέπει να απέχουν οι πλανήτες από τον Ήλιο, πριν εμφανιστούν ως αστέρια της αυγής, ανατέλλοντας πριν τον Ήλιο, ή ως αστέρια εσπερινά, ανατέλλοντας μετά τη δύση του Ήλιου. Με εξαίρεση τον αριθμό που δίνεται για τον Ερμή (ο οποίος είναι δύσκολο να παρατηρηθεί με γυμνό μάτι), υπάρχουν αρκετές ομοιότητες με τα όρια που δίνονται στη συγκριτική λίστα των παραδοσιακών σφαιρών ακτινοβολίας. Ο Abraham Ibn Ezra κάνει επίσης ένα λεπτομερή και διαφωτιστικό σχολιασμό του τρόπου που η προσέγγιση και ο αποχωρισμός συνδέονται με την ατομική σχέση του πλανήτη με τον Ήλιο [18].

Ένα ακόμη επιχείρημα, ωστόσο, είναι ότι τα εξωτερικά όρια δεν βασίζονταν καθόλου πάνω σε κάποιο είδος ορατού τόξου, αλλά αποκλειστικά πάνω στη δύναμη και την ανωτερότητα των πλανητών. Γι’ αυτό οι εξωτερικοί πλανήτες Άρης, Δίας και Κρόνος έχουν μια περισσότερο εξέχουσα επιρροή, επομένως τους δίνονταν μεγαλύτερες σφαίρες ακτινοβολίας/ανοχές σε σχέση με τους υποδεέστερους πλανήτες, Ερμή και Αφροδίτη. Η πιθανότητα είναι ότι οι σφαίρες ακτινοβολίας αναπτύχθηκαν μέσα σε μια προσπάθεια να αναγνωριστούν και οι δύο παράγοντες, κυρίως βάσει της ηλιακής εμφάνισης, αλλά μέσα στα πλαίσια μιας βελτίωσης για να περιληφθεί η ανωτερότητα της επιρροής.

Την περίοδο που ο Al-Biruni έγραψε το βιβλίο του Elements in the Art of Astrology, τον 11ο αιώνα, υπήρχε μια διαφωνία απόψεων σχετικά με τα σωστά ‘όρια ολοκλήρωσης’. Μέσα από το σχολιασμό του μπορούμε να δούμε την ποικιλία των διαθέσιμων ορισμών και τη λογική που βρίσκεται πίσω από τα συστήματα που χρησιμοποιούνται. Κάποιοι αστρολόγοι χρησιμοποίησαν μια ανοχή 12 μοιρών σε κάθε όψη (βασισμένοι στο γεγονός ότι αυτή είναι η σφαίρα επιρροής της Σελήνης)˙ άλλοι χρησιμοποίησαν μια ανοχή 15 μοιρών (τη σφαίρα επιρροής του Ήλιου)˙ κάποιοι άλλοι χρησιμοποίησαν το μέσο όρο της πλανητικής σφαίρας οποιωνδήποτε πλανητών σχημάτιζαν όψη μεταξύ τους. Άλλοι πάλι ακολούθησαν τον Πτολεμαίο, ο οποίος στο έργο του Τετράβιβλος καθόρισε μια ανοχή 5 μοιρών για τον Ωροσκόπο, υποστηρίζοντας ότι αυτό πρέπει να εφαρμοστεί για την ολοκλήρωση επίσης των όψεων. Άλλοι προτίμησαν μια ανοχή 6 μοιρών, βασισμένοι στο γεγονός ότι, σαν το ένα πέμπτο του ζωδίου, αυτή είναι η μέση απόσταση των πλανητικών σχέσεων [19].

Λαμβάνοντας υπόψη τη σύγχυση που υπάρχει, είναι σχεδόν απροσδόκητο ότι το ερώτημα σχετικά με τις σφαίρες ακτινοβολίας συχνά το απέφευγαν συνολικά. Ένα από τα πρωιμότερα κείμενα που ασχολούνται με το ζήτημα με κάποια λεπτομέρεια είναι αυτό του Γάλλου αστρολόγου Claude Dariot (1533-1594). Η εργασία του προσέφερε μια σαφή εξήγηση του τρόπου που πρέπει να προσδιοριστούν οι ανοχές και η μέθοδός του αποτέλεσε το πρότυπο των Ευρωπαίων αστρολόγων της Αναγέννησης [20].

Το ήμισυ (moiety) της σφαίρας ακτινοβολίας

Ως εισαγωγή στο ζήτημα των ανοχών, ο Dariot για πρώτη φορά αναφέρει με συντομία ότι η ‘προσέγγιση’ μπορεί να λεχθεί ότι ξεκινά 6 μοίρες από την ακριβή όψη. Στη συνέχεια όμως περιγράφει το σύστημα που προτείνει, σύμφωνα με το οποίο η όψη κρίνεται από το μέσο όρο της σφαίρας ακτινοβολίας των δύο πλανητών που βρίσκονται υπό μελέτη. Αναφέρεται σ’ αυτές λέγοντας ότι είναι οι κύκλοι, η ακτινοβολία ή η δέσμη ακτίνων των πλανητών «μέσω των οποίων αυτοί μπορούν να συνδεθούν είτε με φυσική σύνοδο ή με κάποια όψη». Χρησιμοποιεί τα πλανητικά όρια που ορίστηκαν από τον Al-Biruni, εξηγώντας ότι οι υπολογισμοί αναφέρονται στην ακτίνα της σφαίρας για κάθε πλανήτη. Ο Ερμής, για παράδειγμα, έχει συνολική σφαίρα ακτινοβολίας 14° και κάθε πλευρά του σώματός του εκτείνεται 7 μοίρες, ενώ η Σελήνη έχει σφαίρα ακτινοβολίας 24°, όπου η κάθε της πλευρά εκτείνεται 12 μοίρες. Παρόλο που μπορεί να αναμένεται κάποια επιρροή, καθώς οι πλανήτες πλησιάζουν ο ένας στον άλλον, μόνο όταν ο Ερμής και η Σελήνη ‘αγγίξουν’ το ήμισυ της σφαίρας ακτινοβολίας τους ξεκινά η ολοκλήρωση (αυτό που ονομάζουμε προσέγγιση)˙ και σ’ αυτό το σημείο η ενέργεια της όψης ξεκινά να παράγει αναγνωρίσιμα αποτελέσματα. Αυτή η μέση περιοχή καλείται ‘ήμισυ’ (moiety), από τη γαλλική λέξη του 15ου αιώνα moitié, η οποία προέρχεται από τη λατινική medietas, που σημαίνει μέσο, ήμισυ. Χρησιμοποιώντας τους υπολογισμούς του Dariot, το ήμισυ κάθε σφαίρας ακτινοβολίας φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί:


Σύμφωνα με τον Dariot, ο Ερμής και η Σελήνη οδηγούνται στην ολοκλήρωση (προσέγγιση) οποιασδήποτε όψης σε μια απόσταση 9½° –που είναι το σύνολο των σχετικών ημισέων τους (Ερμής= 3½°+ Σελήνη=6°). Από αυτό το σημείο και έπειτα, η επιρροή της όψης θα αναμένεται ότι αυξάνει μέχρι το στάδιο της ‘ολοκλήρωσης’, όπου η όψη είναι ακριβής. Ύστερα από αυτό, η όψη ξεκινά να αποχωρίζει, η επιρροή της όμως δεν χάνεται εντελώς, παρά μόνο μέχρι οι πλανήτες να περάσουν πέρα από τα ημίσεα της σφαίρας ακτινοβολίας τους.

Γι’ αυτό το λόγο, μια όψη που περιλαμβάνει τον Ερμή και την Αφροδίτη ξεκινά την ολοκλήρωσή της (ή βρίσκεται μέσα στη σφαίρα επιρροής), όταν οι δύο πλανήτες απέχουν 7° μεταξύ τους, απέχουν δηλαδή το σύνολο των σχετικών ημισέων τους: 3½° + 3½°. Μια μεγαλύτερη ανοχή 13½° επιτρέπεται για τον Ήλιο και τη Σελήνη (7½° + 6°), αναγνωρίζοντας τη μεγάλη σημασία των φώτων. Ο αποχωρισμός ξεκινά, όταν οι πλανήτες ξεπεράσουν την ακρίβεια [12], η επιρροή όμως της όψης παραμένει σημαντική μέχρι να απομακρυνθούν πέρα από το ήμισυ της σφαίρας ακτινοβολίας τους. Χρησιμοποιώντας τους υπολογισμούς του Dariot, αν η Σελήνη και ο Ερμής αποχωριστούν 10 μοίρες, δεν πρέπει να αναμένεται πλέον ότι θα παραγάγουν κάποιο αναγνωρίσιμο αποτέλεσμα.

Μόνο στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, οι ανοχές ορίστηκαν σύμφωνα με τη φύση της όψης και όχι των εμπλεκόμενων πλανητών, μια απλουστευμένη διαδικασία που δε δέχεται ότι κάποιοι πλανήτες έχουν μεγαλύτερη επιρροή από κάποιους άλλους. Ωστόσο, αν λάβουμε υπόψη μας ότι οι όψεις χαρακτηρίζουν τον τρόπο που συνδυάζονται οι πλανητικές ενέργειες, ίσως να εκτιμήσουμε ότι τα όρια της επιρροής συνάγονται περισσότερο λογικά από την ισχύ και την ακρίβεια των μετεχόντων πλανητών, παρά από το χαρακτήρα της ίδιας της σύνδεσης.

Δεξιές (dexter) και αριστερές (sinister) όψεις

Τα τρίγωνα, τα τετράγωνα και τα εξάγωνα κάποιες φορές ονομάζονται στις παραδοσιακές εργασίες ‘αμφίπλευρες όψεις’, γιατί μπορούν να βρεθούν στα αριστερά ή στα δεξιά ενός πλανήτη [22]. Αν ένας πλανήτης βρίσκεται στον Κριό, η όψη τετραγώνου που σχηματίζει μ’ έναν πλανήτη στον Αιγόκερω ονομάζεται δεξιά όψη (dexter), ενώ η όψη τετραγώνου που σχηματίζει μ’ έναν πλανήτη στον Καρκίνο ονομάζεται αριστερή όψη (sinister). Η μετάφραση αυτών των όρων συνδέεται πάλι με την Πυθαγόρεια φιλοσοφία και στηρίζεται στον τρόπο με τον οποίο τα ζώδια βλέπονται μεταξύ τους. Η θέαση που έχουν λέγεται ότι ακολουθεί την καθημερινή κίνηση του ουρανού, με αποτέλεσμα οι δεξιές όψεις να περιγράφουν μια φυσική και ευθεία θέαση, ενώ οι αριστερές μια αλλοιωμένη και κατευθυνόμενη προς τα πίσω θέαση.

Το παρακάτω διάγραμμα δείχνει πώς οι δεξιές και αριστερές όψεις σχετίζονται με την κίνηση των πλανητών. Κάθε μέρα οι πλανήτες περιστρέφονται γύρω από τη Γη από την ανατολή προς τη δύση. Εμφανίζονται στον ανατέλλοντα ορίζοντα, αποκορυφώνονται στο μεσουράνημα και εξαφανίζονται στο δυτικό ορίζοντα. Η ημερήσια κίνηση που φέρει τους πλανήτες σύμφωνα με τους δείκτες του ρολογιού στον ουρανό ήταν κυρίαρχη στην παραδοσιακή αστρολογία, αν και στα σύγχρονα κείμενα αυτό πλέον ουσιαστικά αγνοείται [23]. Επειδή έχουμε χάσει αρκετά από τη γεωκεντρική κατανόηση, που υπόκειται στη βάση του συμβολισμού μας, δόθηκε αντ’ αυτού έμφαση στην κίνηση των πλανητών μέσω των ζωδίων αντίθετα από τους δείκτες του ρολογιού. Αυτό περιγράφει την αστρονομική κίνηση των πλανητών μέσα στο ζωδιακό κύκλο, χάνει όμως την προοπτική του ουρανού, όπως φαίνονται από τη Γη και αγνοεί το βασικό συμβολισμό που συνδέεται με την πολικότητα της μέρας και της νύχτας.

Οι κλασικοί αστρολόγοι, ωστόσο, θεώρησαν ότι η ημερήσια κίνηση είναι κεντρική στην τέχνη τους και την αποκάλεσαν ως τη φυσική κίνηση του ουρανού. Ο Μανίλιος εξηγεί ότι όταν ένα ζώδιο ανατέλλει, άμεσα ατενίζει τα ζώδια που έχουν ανατείλει πριν από αυτό και όχι αυτά που θα ανατείλουν μετά. Ο Κριός κοιτά μπροστά τον Υδροχόο μέσα από ένα εξάγωνο, ο Αιγόκερως μέσα από ένα τετράγωνο και ο Τοξότης μέσα από ένα τρίγωνο:

Ο Αιγόκερως βλέπει το Ζυγό, ενώ ο Κριός βλέπει τον Αιγόκερω μπροστά του και βρίσκεται πίσω από τον Καρκίνο, σε ίση απόσταση. Ο Καρκίνος διακρίνεται από τα άστρα που βρίσκονται στα αριστερά του Ζυγού, καθώς έπεται: γιατί τα ζώδια που προηγούνται θεωρούνται ως δεξιά ζώδια. [24]

Μια δεξιά όψη είναι επομένως περισσότερο άμεση. Σε σύγκριση με μια αριστερή όψη, η επιρροή της είναι μεγαλύτερη, επειδή η γραμμή θέασης γίνεται από την ημερήσια κίνηση και είναι περισσότερο πιθανό να παραγάγει ένα απλό και εκφραστικό αποτέλεσμα. Μια αριστερή όψη, επειδή γίνεται αντίθετα από τη φυσική κίνηση του ουρανού και πρέπει να ‘κοιτά προς τα πίσω’, είναι ασθενέστερη, στρεβλή, ανάστροφη και κάπως εξασθενημένη. Γενικότερα οι όροι μεταφέρουν κάτι από την αρχαία και διαδεδομένη αντίληψη ότι η ‘δεξιά’ κατεύθυνση είναι εμφανής, δυνατή και συνδέεται με τις ιδιότητες της ημέρας, ενώ η ‘αριστερή’ είναι κρυμμένη, παθητική και νυχτερινή. Γι’ αυτό το λόγο η λέξη αριστερή (sinister), που χρησιμοποιείτο πρωτοτυπικά για να αναπαραστήσει ότι κάτι ανήκει στ’ αριστερά, άρχισε ν’ αναφέρεται και σε κάτι που είναι σκοτεινό, κρυμμένο ή μη-φυσιολογικής φύσης [25].


And they will be even more fortunate if the attendant planets are in dexter aspect – Ptolemy, Tetrabiblos, IV.3

Ο κυρίαρχος πλανήτης

Οι κλασικές εργασίες μάς αναφέρουν επίσης ότι ο πλανήτης που βρίσκεται στα δεξιά μιας όψης (π.χ. αυτός που είναι πιο μπροστά στην ημερήσια κίνηση) κυριαρχεί, υπερνικά ή εξουδετερώνει τον πλανήτη που βρίσκεται στα αριστερά. (στο παραπάνω διάγραμμα, η Σελήνη στον Κριό κυριαρχεί του Ερμή στον Καρκίνο, ενώ ο Κρόνος στον Αιγόκερω κυριαρχεί της Σελήνης). Είναι πολύ καλύτερο να έχουμε έναν ευεργετικό πλανήτη να κυριαρχεί ενός κακεργέτη –συνεπώς και να μειώνει τις δυνάμεις που έχει να καταστρέψει-, παρά το αντίθετο. Παραδείγματος χάρη, ο Δωρόθεος αναφέρει ότι αν ο Δίας κυριαρχεί του Άρη σε μια όψη τετραγώνου, το άτομο θα είναι ευγενές, σταθερό, ευσπλαχνικό. Αλλά εάν ο Άρης κυριαρχεί του Δία, θα είναι μικρόνουν, οκνηρό, κουρασμένο, συκοφαντικό [26].

Οι κλασικοί αστρολόγοι όπως ο Vettius Valens εφάρμοσαν τον όρο του κυρίαρχου πλανήτη. Στο χάρτη που παρατίθεται, περιγράφει τον τρόπο που ο Κρόνος στον Υδροχόο έφερε στο άτομο ένα έτος γεμάτο κινδύνους, καθώς αρρώστησε, γλίτωσε από θάνατο στη θάλασσα και του κόστισε ακριβά μια δικαστική υπόθεση (την οποία τελικά κέρδισε). Ο Valens εξηγεί ότι παρόλο που ο Κρόνος είναι γωνιακός πλανήτης στον 7ο οίκο, κυριαρχείται από την Αφροδίτη στο Ζυγό (με τρίγωνο) και από το Δία στο Σκορπιό (με τετράγωνο). Επομένως, επειδή οι ευεργέτες πλανήτες εξουδετερώνουν τον Κρόνο και βρίσκονται σε θέση προτεραιότητας, ο Κρόνος περιορίστηκε στο να προκαλέσει ζημιά και η ατυχία του άντρα ελαττώθηκε [27].

Παράλληλα μ’ αυτό, ο 9ος, 10ος και 11ος οίκος σε σχέση με κάθε πλανήτη θεωρείτο ότι έχει την ισχυρότερη επιρροή πάνω του –ιδιαίτερα ο 10ος οίκος, που κυριαρχούσε πάνω στον πλανήτη, με τον ίδιο τρόπο που το Μεσουράνημα κυριαρχεί πάνω στον Ωροσκόπο. Ο Πτολεμαίος αναφέρεται σ’ αυτό, λέγοντας ότι όσον αφορά το θάνατο οι μόνοι οίκοι που έχουν κάποια ισχύ κυριαρχίας (εκτός από τον Ωροσκόπο και το Κατερχόμενο) είναι ο 9ος, ο 10ος και ο 11ος οίκος από τον Ωροσκόπο, ο οποίος είναι το σημείο της ζωής [28].

______________________
Σημειώσεις και παραπομπές:

[1] Ο Πτολεμαίος, στην Τετράβιβλο, σημειώνει όσον αφορά αυτό: «…μια σχέση θεωρείται ότι υπάρχει είτε συμβαίνει με σωματική σύνοδο, είτε με κάποια από τις παραδοσιακές όψεις, με εξαίρεση ότι σχετικά με τις προσεγγίσεις και τους αποχωρισμούς των ουράνιων σωμάτων, χρησιμοποιείται επίσης η παρατήρηση του γεωγραφικού πλάτους, έτσι ώστε μόνο αυτά που βρίσκονται στην ίδια πλευρά της εκλειπτικής να γίνονται αποδεκτά. Στην περίπτωση της προσέγγισης και του αποχωρισμού ωστόσο, αυτή η πρακτική είναι περιττή, επειδή όλες οι ακτίνες πέφτουν και ομοίως συγκλίνουν από κάθε κατεύθυνση στο ίδιο σημείο, δηλαδή το κέντρο της γης». 1.24; Loeb (μτφς. Robbins), σ.115.

[2] Manilius, Astronomica, 2.385-395. Δες επίσης: Πτολεμαίος, Τετράβιβλος, 1.16, (Loeb σ.79 & παραπομπή σ.72/73).

[3] Δες: Firmicus, Matheseos Βιβλία VIII, II.XXII και την 38η σημείωση του μεταφραστή, (Ascella Reprints, London) p.303. Επίσης: Greek Horoscopes by Neugebauer & Van-Hoesen, (American Philosophical Soc., Philadelphia, 1959), σ.13.

[4] Δες: ‘Classical Use of Triplicities’.

[5] Astronomica 2.340; (Loeb σ.109).

[6] Dorotheus, Carmen Astrologicum, Bk I. κεφ.25; (Ascella Reprints σ.189).

[7] Astronomica, 2.4 10; (Loeb σ.115).

[8] Δες: Firmicus, 39η σημείωση του μεταφραστή (Ascella Reprints σ.303).

[9] Dorotheus, 11.17; (σ.22 I).

[10] lbn Ezra, The Beginning of Wisdom κεφ.7; Ascella Reprints, σ.209. Ο Ezra επίσης εκφράζει την άποψή του (στο Aphorism 36, κεφ. 8), ότι η σύνοδος μπορεί να φέρει αποτέλεσμα, εάν δεν υπάρχει κάποια απαγόρευση, ύστερα από κάτι αρνητικό. Αν ένα άστρο πλησιάζει στο να σχηματίσει σύνοδο με ένα άλλο άστρο, αλλά πριν σχηματιστεί η σύνοδος, το δεύτερο άστρο έχει φύγει από ένα διαφορετικό ζώδιο και το πρώτο άστρο το «κυνηγά» και το φτάνει και αν πριν το φτάσει, δεν έχει ενωθεί το δεύτερο με κάποιο άλλο άστρο, τότε αυτό που αιτείται θα πραγματωθεί, ύστερα από αυτό. Δες: 120 Aphorisms for Astrologers του Ibn Ezra.

[11] Παραδείγματος χάρη, ο Manilius, (2.305-340) αναφέρει: «Και παρόλο που ένα άτομο υπολογίζει ένα τέταρτο ζώδιο από ένα τέταρτο, οι μοίρες τους θα προκαλέσουν την καταστροφή ολόκληρου του ζωδίου. Δεν είναι επομένως αρκετό να υπολογίζονται τα τρίγωνα με βάση το ζώδιο ή να αναμένεται ένα πραγματικό τετράγωνο από τα ζώδια στα διαστήματα των τεσσάρων». Οι όψεις που σχηματίζονται από πλανήτες, που συγκρούονται ως προς τη σχέση των ζωδίων στα οποία βρίσκονται ονομάζονται dissociate.

[12] Γι’ αυτό, ο William Lilly σημειώνει: υπάρχει επίσης η όψη Partill ή Platick. Η πρώτη αναφέρεται ότι δύο πλανήτες απέχουν μεταξύ τους ακριβώς τόσες μοίρες ώστε να σχηματίσουν ακριβή όψη. Π.χ. αν η Αφροδίτη βρίσκεται στις 9 μοίρες του Κριού και ο Δίας στις 9 μοίρες του Λέοντα, αυτή είναι μια όψη τριγώνου Partill. Ο Ήλιος στην πρώτη μοίρα του Ταύρου και η Σελήνη στην πρώτη μοίρα του Καρκίνου σχηματίζουν ένα εξάγωνο Partill. Και αυτό είναι μια έντονη όψη ή μια αντίθεση για την επιτέλεση οτιδήποτε ή ότι το ζήτημα έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, αν η όψη είναι τόσο partill και δηλώνει κάτι καλό. Και είναι μια όψη παρόντος κακού, όταν απειλείται η βλάβη.
Η όψη Platick επιτρέπει τις ανοχές ή τις ακτίνες δύο πλανητών που καθορίζουν ένα ζήτημα. Π.χ. αν η Αφροδίτη βρίσκεται στην 10η μοίρα του Ταύρου και ο Κρόνος στις 18 μοίρες της Παρθένου, εδώ η Αφροδίτη σχηματίζει ένα τρίγωνο Platick με τον Κρόνο, γιατί βρίσκεται μέσα στο μεσοδιάστημα των σφαιρών ακτινοβολίας τους. Γιατί το μεσοδιάστημα των ακτίνων/ σφαιρών ακτινοβολίας του Κρόνου είναι 5 και της Αφροδίτης 4 και η απόσταση μεταξύ τους και η ακριβής τους όψης είναι 8 μοίρες. (CA., σ.107) Δες ωστόσο τη σημείωση 14, όπου ο Lilly ορίζει την όψη partile μέσα στις 3 μοίρες.

[13] Neugebauer & Van-Hoesen, Greek Horoscopes, σ.82.

[14] The Thesaurus, μεταφρασμένο από τον Robert Schmidt; επιμέλεια: Robert Hand; εκδόσεις: Golden Hind Press (1993). Ο αστρολόγος του 17ου αιώνα William Lilly, στο Merlini Anglici (1677), επίσης αναφέρεται στη σημασία της ανοχής των 3 μοιρών, λέγοντας: «Μια όψη partile έρχεται να περάσει τη διαφορά των 3 μοιρών», παρόλο που στο έργο του Christian Astrology, ορίζει την όψη partile ως αυτή που σχηματίζεται μέσα στην ίδια μοίρα (δες σημείωση 12). Είναι σημαντικό ότι έδωσε αυτόν τον ορισμό 30 χρόνια μετά τον πρώτο, πιθανόν αναθεωρώντας την πρότερη κατανόηση του όρου.

[15] Al-Biruni, The Book of Instruction in the Elements of the Art of Astrology, 11ος αιώνας, μετάφραση: R. Ramsay Wright, (Luzac, 1934). Επανέκδοση: Ascella in London ή Ballantrae Reprints, Canada.

[16] Natural History 11.42; (Loeb σ.195).

[17] Παραδοσιακές πηγές αναφέρουν ότι οι πλανήτες πηγαίνουν «κάτω από τις ακτίνες του Ήλιου» στις 15 ή 17 μοίρες. Ο Lilly ανέφερε και τα δύο όρια, αναφέροντας στη σ.113 του έργο του Christian Astrology ότι ένας πλανήτης προχωρά κάτω από τις ακτίνες του Ήλιου απέχοντας 17 μοίρες από τον τελευταίο. Αργότερα όμως, στο εισαγωγικό σημείωμα της μετάφρασης του Henry Coley, Guido Bonatus’s Anima Astrologiae αντιφάσκει. Εκεί αναφέρει ότι ένας πλανήτης ορίζεται σωστότερα «κάτω από τις ακτίνες του Ήλιου» όταν απέχει λιγότερο από 12 μοίρες από τον Ήλιο. Και είπε ότι «προχωρά κάτω από τις ακτίνες του Ήλιου» όταν απέχει 12-15 μοίρες από αυτόν. (Consideration 53, σελ.25.)

[18] The Beginning of Wisdom, Κεφ. 7.

[19] Για τις σφαίρες ακτινοβολίας του al-Biruni δες κεφ. 436-437. 446 & 490.

[20] Dariot, Ad Astrorum Facilis Introductio. Γραμμένο στη Λατινική το 1557. Οι αναφορές εδώ είναι για την αγγλική μετάφραση του Fabian Wither ‘A Brief and most Easy Introduction to the Astrological Judgement of the Stars’, που εκδόθηκε περίπου το 1583.

[21] Ο William Lilly υποστηρίζει ότι οι πλανήτες πρέπει να απέχουν μεταξύ τους τουλάχιστον 6 λεπτά του τόξου, για να θεωρηθεί ότι βρίσκονται σε αποχωρισμό. (CA., p110). Άλλοι συγγραφείς υποστήριξαν ότι μια όψη παραμένει «τέλεια», μέχρι οι πλανήτες να αποχωριστούν κατά 16 λεπτά ή μια ολόκληρη μοίρα.

[22] Ο Al-Biruni συμπληρώνει ότι όταν ένας πλανήτης βρίσκεται κοντά στο Μεσουράνημα και σχηματίζει δύοεξάγωνα ή τετράγωνα, που πέφτουν πάνω από τη γη, τότε λέγεται ότι έχει δύο δεξιά χέρια. Αν πέφτουν κάτω από τη γη, έχει δύο αριστερά χέρια. Οι ενδείξεις του πρώτου είναι επιτυχία και νίκη (κεφ. 503).

[23] Ο Πτολεμαίος, μιλώντας για τα δύο συστήματα κίνησης, αναφερόταν στην ημερήσια κίνηση ενός άστρου από την ανατολή στη δύση ως τη Βασική Κίνηση, την «πρώτη βασική κίνηση» (Almagest 1.8). Ο ποιητής του 14ου αιώνα, Chaucer, αναφέρει τη σημασία της στο «The Man of Law’s Tale» (295-298):

O first motion, cruel firmament,
Driving the stars with thy diurnal sway
And hurling all from east to west,
That naturally would take another way.

[24] Astronomica, 2.290-295; (Loeb σ.105).

[25] Η σχέση της δεξιάς κατεύθυνσης με το φως και την ηλιακή αρχή και της αριστερής κατεύθυνσης με το σκοτάδι και την σεληνιακή αρχή επεξηγεί την πρόσθετη χρήση των όρων από τον AlBiruni στη σημείωση 22. Ο πλανήτης με «δύο χέρια» που πέφτει πάνω από τη γη είναι περισσότερο άμεσος και εκφραστικός. Κάτω από τη γη είναι περισσότερο υπονομευτικός και κρυμμένος. Η δεξιά κατεύθυνση πάντα υπονοεί μια εκδηλωμένη και καθαρά εκφρασμένη δύναμη, ενώ η αριστερή υπονοεί μια εσωτερικευμένη δύναμη ή μια δύναμη που προσπαθεί να εκφραστεί καθαρά.

[26] Carmen Astrologicum, Bk. II.15.14 (σ.215).

[27] O. Neugebauer and H.B. Van-Hoesen, Greek Horoscopes σ.104. No. L108,X1.

[28] Tetrabiblos, III.10.

© Deborah Houlding.
Το παραπάνω άρθρο είναι διασκευή εργασίας που πρώτη φορά δημοσιεύτηκε
στο The Traditional Astrologer Magazine (τεύχος 8, Άνοιξη 1995, σσ.32-36).
Οnline αναπαραγωγή: Ιούλιος 2004.Συγγραφέας: Deborah Houlding
Πρωτότυπος τίτλος: The classical origin and traditional use of aspects
Πηγή: The Classical Origin and Traditional Use of Aspects by Deborah Houlding
(κατόπιν έγγραφης άδειας της Συγγραφέως).

 
4 1 vote
Article Rating
Subscribe
Notify of
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments